Με αφορμή το νέο της βιβλίο «Καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνας, άνοιξη, καλοκαίρι…», που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Πατάκη, η Αργυρώ Πιπίνη, συγγραφέας, μεταφράστρια και ηθοποιός, μιλάει στο Τaλκ για τα σπίτια, τις οικογένειες, το παρελθόν και τις δεύτερες ευκαιρίες…
- Καλησπέρα, Αργυρώ! Για άλλη μια φορά δημιούργησες ένα λογοτεχνικό διαμάντι. Θέλω να σε ρωτήσω καταρχάς πώς εμπνεύστηκες την ιστορία του σπιτιού που πρωταγωνιστεί στο «Καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνας, άνοιξη, καλοκαίρι…» Είναι παιδί πολλών συγκυριών η έμπνευση. Ξεκινάς από μια φωτογραφία κι αρχίζεις να γράφεις. Και πέφτει στα χέρια σου ένα χαρτάκι μ’ έναν στίχο που είχες γράψει παλιά, λόγια σε μια κάρτα, ένα ημερολόγιο. Το παιδικό μου όνειρο ήταν ένα ευτυχισμένο σπιτικό και με το βιβλίο αυτό έκανα το όνειρό μου πραγματικότητα.
- Πιστεύεις πράγματι ότι τα σπίτια έχουν ψυχή; Αισθάνονται, χαίρονται, λυπούνται με τους ανθρώπους που ζουν μέσα τους, αρρωσταίνουν χωρίς ανθρώπους ή γουργουρίζουν με ευχαρίστηση όταν νιώθουν οικογενειακή θαλπωρή και αγάπη εντός των τοίχων τους; Μα, ναι, βέβαια, τα σπίτια αισθάνονται. Δεν τ’ ακούς τις νύχτες λίγο πριν κοιμηθείς πώς αναστενάζουν, δεν τ’ ακούς τα καλοκαίρια πώς τρίζουν και ιδρώνουν, δεν τ’ ακούς όταν έχει καταιγίδα πώς βογκάνε.
- Γιατί επέλεξες να είναι μια μηλιά η μόνη που έχει αντέξει μέσα στην εγκατάλειψη και στη μοναξιά και κληροδοτείται στους επόμενους κατοίκους του σπιτιού; Ήθελα ένα δέντρο παλιό, ανθεκτικό στις κακουχίες, ήθελα να είναι φθινόπωρο, μια εποχή που αγαπώ πολύ και την έχω συνδέσει με την αρχή της σχολικής χρονιάς ―μεγάλωσα ως μοναχοπαίδι και περίμενα ανυπόμονα ν’ αρχίσουν τα σχολεία― ήθελα το δέντρο αυτό να χαρίζει στο αγόρι τα φρούτα του.
- Από πού φαντάστηκες ότι ήρθε η νέα οικογένεια που έδωσε ξανά πνοή στο σπίτι της ιστορίας σου; Πιο πολύ με απασχολούσε πού θα πάει αυτή η οικογένεια κι όχι τόσο από πού ήρθε. Με απασχολούσε η ανάγκη της να βρει απάγκιο και ασφάλεια. Δεν ήθελα γι’ αυτούς μια σκοτεινή μοίρα, ήθελα ομορφιά και φως.
- Όταν οι νέοι ένοικοι ανακαλύπτουν στη σοφίτα μια σειρά από ξεχασμένα αντικείμενα, γράφεις ότι το σπίτι τούς χάριζε απλόχερα τα δώρα του… Η φράση αυτή με άγγιξε ιδιαίτερα, γιατί βρίσκομαι κι εγώ σε μια φάση αναζήτησης σε αποθήκες, πατάρια, ντουλάπες και συρτάρια του σπιτιού μου και πράγματι έχω ανακαλύψει θησαυρούς. Πιστεύω, λοιπόν, μαζί σου ότι τα παλιά σπίτια κρύβουν δώρα. Καταλαβαίνουν άραγε οι νεότερες γενιές πόση βοήθεια μπορεί να πάρουν με τον τρόπο αυτό από τις προηγούμενες; Θα ήθελες μέσα από την ιστορία σου να παρακινηθούν και να ψάξουν το παρελθόν; Το παρελθόν μπορεί να είναι φορτίο αλλά και χάρτης. Στις σοφίτες, στις αποθήκες, στις ντουλάπες κρύβονται δώρα αλλά και μυστικά και ψέματα. Ως παιδί υιοθετημένο μπορώ να μιλάω ώρες για τα μυστικά στα παλιά συρτάρια. Και είναι πολλά, πίστεψέ με. Νομίζω ότι η συγκυρία κάποιων τέτοιων εξερευνήσεων μπορεί να αποδειχτεί λυτρωτική- όπως συνέβη πρόσφατα στη δική σου ζωή απ’ ό,τι γράφεις- και να προσφέρει δύναμη, βοήθεια και παρηγοριά τόσο στα παιδιά όσο και στους μεγάλους.
- Εσύ ως παιδί αναζητούσες τα μυστικά που έκρυβε το δικό σου σπίτι; Κι αν ναι τι ανακάλυπτες και πώς τα αξιοποιούσες; Το πιο ‘εξωτικό’ μέρος του σπιτιού όπου μεγάλωσα ήταν ένα πλυσταριό και ένας κήπος. Στο πλυσταριό έκρυβα γατάκια που έσωζα ―εκείνη την εποχή ήθελα να γίνω μπαλαρίνα-κτηνίατρος― ενώ στον κήπο ανέβαζα παραστάσεις με έργα εμπνευσμένα απ’ τα βιβλία που διάβαζα. Έπαιζα ρόλους, αλλά έφτιαχνα και τα σκηνικά και τα κοστούμια. Ήμουν ένα χαρούμενο αλλά αγέλαστο παιδί. Μεγαλώνοντας άρχισα να γελάω πιο συχνά παρόλο που μαζεύονταν τα σύννεφα.
- Το παιδί επιλέγει για το παλιό παιχνίδι που βρήκε και υιοθέτησε ένα παράξενο όνομα. Θες να μας πεις τι σημαίνει και για ποιο λόγο το επέλεξες; Σε μια επίσκεψή μου σε σχολεία στη Σαντορίνη γνώρισα ένα θαρραλέο αγοράκι μ’ αυτό το όνομα που μου εξομολογήθηκε ότι ήθελε να τρυπώσει σε ένα βιβλίο. Του άνοιξα, λοιπόν, αυτήν την πόρτα και μπήκε στην ιστορία μου κρατώντας το μαϊμουδάκι, ένα παιχνίδι που αγαπούσα ως παιδί.
- Στην εξέλιξη της ιστορίας, παίζει καθοριστικό ρόλο η εικονογράφηση. Πώς δουλέψατε με την Ίριδα Σαμαρτζή για να πετύχετε το εξαιρετικό αυτό αποτέλεσμα; Συνεργαστήκατε χέρι χέρι ή δουλέψατε το κείμενο ανεξάρτητα η μία από την άλλη; Όταν παρέδωσα το κείμενο στην Έλενα Πατάκη, της ζήτησα να το εικονογραφήσει η Ίρις. Ήξερα ότι σ’ αυτή την ιστορία έπρεπε να μου κρατάει το χέρι η Ίρις. Κι αυτό ήταν παράξενο γιατί δεν είχαμε συνεργαστεί, δεν είχαμε καν γνωριστεί. Συναντιόμασταν βέβαια αλλά δεν γνωριζόμασταν προσωπικά. Όταν έφτιαξε τις πρώτες εικόνες, έβαλα τα κλάματα. Ένιωσα σαν να έδωσε σχήμα και να έβαλε χρώμα στις σκέψεις, στις λέξεις μου. Και περιμένοντας να τελειώσει το βιβλίο ήμουν ήσυχη, ήσυχη και νηφάλια· ήξερα ότι όλα θα πήγαιναν καλά.
- Όπως περνούσαν οι εποχές, το σπίτι της ιστορίας σου, σταδιακά ζωντάνεψε, του δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία και άνθισε ξανά! Εσύ τι πιστεύεις για τις δεύτερες (ή και τις τρίτες, και τις τέταρτες ακόμα) ευκαιρίες; Δίνονται πάντα σε όλους; Τις αξίζουν όλοι; Δε δίνονται σε όλους ευκαιρίες, δυστυχώς. Πόσο μάλλον δεύτερες και τρίτες. Εγώ ήμουν τυχερή· βρέθηκα κοντά σε σοφούς ανθρώπους που με βοήθησαν, με ενθάρρυναν, με στήριξαν, μου χάρισαν συμβουλές και, το πιο σημαντικό, μου πρόσφεραν το ‘σπίτι’ και την οικογένεια που τόσο είχα ανάγκη.
- Τέλος, όταν έγραφες αυτό το βιβλίο σε ποιες ηλικίες απευθυνόσουν; Και τώρα, που το έχεις στα χέρια σου, ποιους θα παρακινήσεις να το αγοράσουν; Θα ήθελα να το διαβάσουν παιδιά και μεγαλύτερα παιδιά κι ακόμα μεγαλύτερα παιδιά, και οι μαμάδες των παιδιών, και οι μπαμπάδες, και οι γιαγιάδες, και οι παππούδες τους. Σε μια εποχή που τα αυτονόητα δεν είναι τόσο αυτονόητα, που το σπίτι παραμένει όνειρο μακρινό, ένα βουνό που για να σκαρφαλώσεις σ’ αυτό χρειάζονται πολλά χιλιόμετρα καθημερινότητας, η ψυχή μπορεί να ημερέψει αν διαβάσει πως κάποιοι τα κατάφεραν κι έζησαν καλά.
Αργυρώ Πιπίνη «Καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνας, άνοιξη, καλοκαίρι…», Εκδόσεις Πατάκη.
εξαιρετική συνομιλία ,βαθειά καί αληθινή αλλά καί ζωγραφιστη καί χαρτινη .Ευχαριστώ.