Ο βασικότερος λόγος που οδηγεί πολλές γυναίκες να απαιτούν από τον γυναικολόγο και τη μαία τους να γεννήσουν προγραμματισμένα, και συνήθως με καισαρική τομή, είναι η ανασφάλεια ή, μάλλον, ο φόβος που αισθάνονται για τον τοκετό, φόβος για το άγνωστο, φόβος για τον πόνο, φόβος για τη διαδικασία, φόβος για την υγεία του μωρού και ενδόμυχα, σε ένα δεύτερο επίπεδο, φόβος για την επάρκειά τους ως μητέρων, η τοκοφοβία.
Τι είναι, λοιπόν, η τοκοφοβία;
Ως τοκοφοβία (tokophobia) ορίζεται ο έντονος, υπερβολικός και παθολογικός φόβος για την εγκυμοσύνη και κυρίως για τη διαδικασία της γέννας, που συχνά περιλαμβάνει και έντονη μετατραυματική διαταραχή μετά τον τοκετό. Τα τελευταία χρόνια, καθώς παρατηρείται αύξησή της, όλο και περισσότερες διεθνείς έρευνες έχουν ασχοληθεί με το ιδιαίτερο αυτό είδος φοβίας, που φυσικά έχει σημαντική επίδραση στην ποιότητα ζωής της εγκύου, καθώς εκείνη υποφέρει από πόνους, εφιάλτες, κρίσεις πανικού και άλλα ψυχοσωματικά προβλήματα, στον τοκετό της και στη σχέση της με το μωρό της και τον σύντροφό της. Αν και ο ψυχολογικός όρος είναι σχετικά καινούργιος -καταγράφηκε το 2000 από τους ψυχιάτρους Κριστίνα Χόφμπεργκ και Ίαν Μπρόκινγκτον- η τοκοφοβία ως έννοια θεωρείται ότι υπάρχει όσο υπάρχει το ανθρώπινο γένος. Σήμερα, υπολογίζεται ό,τι αφορά το περίπου 10% των εγκύων.
Οι γυναίκες με τοκοφοβία δεν έχουν απλώς τη φυσιολογική αγωνία κάθε μέλλουσας μητέρας για την έκβαση της εγκυμοσύνης τους, αλλά απαιτούν καισαρική τομή από τον γιατρό τους ή οδηγούνται στην άμβλωση, έχοντας κατατάξει τον τοκετό ως εξαιρετικά επικίνδυνη για την επιβίωσή τους εμπειρία. Στη βιβλιογραφία μάλιστα αναφέρονται και περιστατικά γυναικών που λόγω τοκοφοβίας σταμάτησαν εντελώς τις σεξουαλικές επαφές.
Η τοκοφοβία διακρίνεται σε πρωτοπαθή και δευτεροπαθή. Η πρωτοπαθής ορίζεται ως ο φόβος της εξέλιξης του τοκετού ή του θανάτου κατά τον τοκετό, που οδηγεί στην αποφυγή της φυσιολογικής γέννας ή ακόμα και στην αποφυγή εγκυμοσύνης. Συχνά έχει τις ρίζες της στην παιδική ηλικία ή στην εφηβεία και συνήθως έχει μεταδοθεί στη γυναίκα από τη μητέρα της, που είτε κινδύνευσε είτε έχασε τη ζωή της κατά τη γέννα ή οφείλεται σε σεξουαλική κακοποίηση. Η δευτεροπαθής τοκοφοβία προκύπτει από προηγούμενη εμπειρία τραυματικού τοκετού ή/και προηγούμενη επιλόχειο κατάθλιψη της μέλλουσας μαμάς.
Πού οφείλεται η τοκοφοβία;
Οι ειδικοί θεωρούν πως το γεγονός ότι σε παλαιότερες κοινωνίες, όταν η οικογένεια ήταν διευρυμένη, οι γυναίκες συμβίωναν με άλλες γυναίκες (μαμάδες, θείες, αδελφές) καθ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους και βίωναν την ώρα της γέννας και την περίοδο της λοχείας τους, τις βοηθούσε να αναπτύξουν στενούς υποστηρικτικούς δεσμούς και να αποδεχτούν πολύ πιο εύκολα τη δική τους εγκυμοσύνη και τον τοκετό τους.
Όμως, καθώς οι κοινωνικές δομές στον δυτικό κόσμο έχουν μεταβληθεί, οι γυναίκες πλέον δεν έρχονται σε συχνή και ουσιαστική επαφή με την έγκυο ή τη λεχώνα και βέβαια με την επίτοκο την ώρα του τοκετού. Σταδιακά, λοιπόν, οι γυναίκες έχουν αποκοπεί από αυτές τις καθημερινές εικόνες της φυσιολογικής εγκυμοσύνης, πολλώ δεν μάλλον του τοκετού και του θηλασμού, με αποτέλεσμα, με την πάροδο των ετών, ακριβώς λόγω της προαναφερθείσας έλλειψης εξοικείωσης, οι περίοδοι αυτές να τις γεμίζουν περισσότερο με φόβο, παρά με χαρά και ικανοποίηση για την εκπλήρωση ενός εντελώς φυσικού ρόλου μέσα από μια απολύτως φυσική διαδικασία.
Επιπλέον, καθώς οι τοκετοί συνήθως λαμβάνουν χώρα σε μαιευτήρια, όπου η επίτοκος είναι απομονωμένη από το οικείο περιβάλλον της, και κυρίως επειδή συνήθως δεν έχει την κατάλληλη εκπαίδευση, με αποτέλεσμα να μην είναι σωστά προετοιμασμένη για τον τοκετό, ο φόβος της αυξάνεται και μαζί του αυξάνονται και οι πιθανότητες περιγεννητικών επιπλοκών.
Τέλος, πρόσφατη έρευνα κατέδειξε ότι η υπερβολική ροή αφιλτράριστων πληροφοριών από το Διαδίκτυο, τα ιατρικά σίριαλ (medical dramas) και η διάδοση ιστοριών δύσκολων τοκετών φοβίζουν πολύ τις γυναίκες, που μάλιστα ντρέπονται να εκφράσουν την έντονη ανησυχία τους με αποτέλεσμα η τοκοφοβία τους να διογκώνεται.
Πώς αντιμετωπίζεται η τοκοφοβία
Όλοι οι άνθρωποι φοβούνται κυρίως αυτό που δεν γνωρίζουν. Όταν πια γνωρίσουν το άγνωστο είτε φοβούνται λιγότερο είτε σταματούν εντελώς να φοβούνται. Επομένως, ο πιο βασικός παράγοντας πρόληψης της πρωτοπαθούς τοκοφοβίας είναι η ενημέρωση και η εκπαίδευση της μέλλουσας μητέρας. Κατ’ αρχάς, ο γυναικολόγος, πέραν του ιατρικού κομματιού, οφείλει να έχει «υψηλό δείκτη υποψίας», να εστιάσει και στην ψυχολογία της μέλλουσας μητέρας, να της εξηγήσει με λεπτομέρειες όλες τις διαδικασίες και να την καθησυχάζει όποτε χρειάζεται. Επιπλέον, η παρουσία και η συμμετοχή του πατέρα στην εγκυμοσύνη και στον τοκετό, η συμπαράσταση της μαίας, τα μαθήματα ανώδυνου τοκετού, η γιόγκα εγκυμοσύνης, τα μαθήματα περιποίησης νεογνού, τα μαθήματα θηλασμού, ή η παρουσία μιας δούλας, ενισχύουν την αυτοπεποίθησή της και βοηθούν την έγκυο να καταπολεμήσει τους φόβους της. Επιπλέον, κρίνεται απαραίτητο η μέλλουσα μητέρα να επισκεφθεί, συνοδεία του γιατρού της ή/και της μαίας της, το μαιευτήριο στο οποίο θα γεννήσει, ώστε να εξοικειωθεί με τους χώρους του.
Στην περίπτωση, τώρα, που έχει εγκατασταθεί δευτερογενής τοκοφοβία, κατόπιν προηγούμενης τραυματικής εμπειρίας εγκυμοσύνης ή τοκετού, κρίνεται απαραίτητη η εξαρχής παρακολούθηση και η στήριξη της εγκύου από επαγγελματία ψυχικής υγείας. Με την κατάλληλη ψυχοθεραπεία, η τοκοφοβία μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, ενώ φάρμακα χρησιμοποιούνται μόνο σε ανθεκτικές περιπτώσεις ή σε φοβίες με υπόβαθρο σοβαρής ψυχιατρικής κατάστασης. Η σωστή θεραπεία μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγή του πλάνου τοκετού, δηλαδή από προγραμματισμένη καισαρική τομή σε φυσιολογικό τοκετό, τις περισσότερες γυναίκες.